Ιστορία 4η - Ο Κύπριος Πολίτης
21 Mar 2013, 12:01 a.m. galatis
Χαιρετίζω τα αδέλφια,
Η σημερινή μας ιστορία έχει κάτι το παράδοξο. Είναι μια ιστορία που συνεχίζεται μέχρι σήμερα, που δεν έχει τέλος.
Είσαι ένας Κύπριος πολίτης. Σου έμαθαν ότι γεννήθηκες σε ένα «ευλογημένο» τόπο, ότι από την αρχαιότητα σε κατατρέχουν οι ξένοι, ότι κατάγεσαι από το δοξασμένο και σοφό γένος των Ελλήνων – άσχετο αν η ιστορία σου λέει ότι υπήρχαν εδώ οικισμοί μερικές χιλιετίες πριν τους Έλληνες - μικρές, αμελητέες λεπτομέρειες.
Πήγες σχολείο, και συνεχίστηκε η κατήχηση. Σου έμαθαν να διαβάζεις, αλλά όχι να σκέφτεσαι. Σου έβαζαν εργασίες για τους ήρωες της ΕΟΚΑ – αλλά να γράψεις τι βρήκες σε ένα βιβλίο, όχι την γνώμη σου. Σε έβαλαν να αποστηθίσεις την «Ρωμιοσύνη» και να την αναπαριστάς κάθε 25η Μαρτίου. Στα θρησκευτικά σου έμαθαν τα πάντα για την Ορθοδοξία, μέχρι και το πόσους τρούλους έχει μια βασιλική και τι άμφια φοράει ένας επίσκοπος και ένας αρχιεπίσκοπος. Αλλά κουβέντα για άλλες θρησκείες – στο κάτω κάτω, κανένας δεν σου είπε ότι γύρω από την Κύπρο υπάρχουν 10 εκατομμύρια Εβραίοι, 100 εκατομμύρια Μουσουλμάνοι, καθότι και ότι υπάρχουν στην ίδια σου την πατρίδα Λατίνοι, Μαρωνίτες. Όλοι αυτοί είναι αιρετικοί, όργανα του σατανά. Ίσως γι’ αυτό πάντα σε κάθε γιορτή σε πηγαίνανε στο ναό, αλλά 2-3 παιδάκια καθόντουσαν απέξω παράμερα.
Αν έχεις και κάποια ηλικία, έφτασες τα τετράδια με το «Δεν Ξεχνώ» και την φωτογραφία του Μακαρίου σε κάθε αίθουσα. Θα θυμάσαι και στα διαλείμματα έβλεπες κάποιους συμμαθητές σου που πήγαιναν να βρουν την καθαρίστρια του σχολείου στο καμαράκι 2 επί 3 όπου έμενε – ένα ντιβάνι και ένα γκαζάκι είχε όλο κι’ όλο εκεί μέσα – για να πάρουν το συσσίτιο τους, μια κούπα ρυζόγαλο. Ήτανε οι άτυχοι που δεν είχανε βρει τα πόδια τους ακόμη από τον πόλεμο και προσπαθούσε το σχολείο να τους βοηθήσει κάπως. Θα θυμάσαι επίσης τις έρευνες για το βιοτικό επίπεδο, που το ερωτηματολόγιο δεν ρωτούσε πόσες τηλεοράσεις είχες αλλά αν είχες και αν ήτανε έγχρωμη. Προς το τέλος έγραφε και κάτι για στερεοφωνικό και δυνατότητα για αναπαραγωγή CD, αλλά δεν ήξερες καν τι ήταν αυτά.
Μεγάλωσες, πήγες Γυμνάσιο, Λύκειο, Πανεπιστήμιο. Σπούδασες, μορφώθηκες. Οι γονείς σου δούλευαν στα χωράφια, ζύμωναν, έραβαν, έκτιζαν μόνοι τους σπίτια, αλλά εσύ έπρεπε να γίνεις γιατρός, δικηγόρος, λογιστής ή έστω δάσκαλος και καθηγητής για να έχεις μια καλή θέση στο δημόσιο. Τώρα έχεις δικιά σου τηλεόραση, κινητό τηλέφωνο. Τα παιδικά σου χρόνια είναι μια μακρινή ανάμνηση. Έφτιαξες οικογένεια, βρήκες δουλειά, όλα ωραία. Αλλά ξάφνου εμφανίστηκαν σύννεφα. Άρχισες να ακούς για ομόλογα, αξιόγραφα, μετοχές. Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης – αυξηθήκανε βλέπεις, όταν ήσουνα μπόμπιρας ένα κανάλι είχε όλο κι’ όλο, και μετέδιδε από τις 4 το απόγευμα μέχρι τα μεσάνυχτα, τώρα σχεδόν όλοι έχουν φωνή, από την εκκλησία μέχρι και τους αντιπροσώπους στα Ηνωμένα Έθνη της πραξικοπηματικής κυβέρνησης – να σε βομβαρδίζουν ότι κινδυνεύεις από παντού και ότι χρειάζεσαι εθνάρχη να σε προσέχει. Πας στη δουλειά σου με το φόβο ότι θα είναι η τελευταία σου μέρα και μετά τι θα κάνεις; Πώς θα ξοφλήσεις το σπίτι στα 30 χρόνια;
Και μια καλή νύχτα έρχεται ο διευθυντής σου και σου λέει ότι αποφάσισε ένα κάποιο Γιούρογρουπ ότι πρέπει να κοπούν οι καταθέσεις του κοσμάκη και άντε τράβα στον υπολογιστή σου να το κάνεις. Και να μην σου περνά καν από το μυαλό να του πεις «όχι, αυτό είναι παράνομο». Ότι η δύναμη είναι στα δικά σου χέρια, ότι αν σε διώξει πριν φύγεις θα παγώσεις μόνο τις δικές του καταθέσεις. Σου λένε να θυσιαστείς για την πατρίδα αλλά ξέρεις ότι αρκετοί έβγαλαν τα λεφτά τους απέξω, έχεις πρόσβαση στα στοιχεία αλλά δεν τα βγάζεις στην δημοσιότητα. Σε εκβιάζουν ότι αν δεν μπεις στα έξοδα να αποκτήσεις και άλλα προσόντα, θα σε περιθωριοποιήσουν στην καλύτερη. Τί, έχεις μικρό παιδί στο σπίτι και δεν μπορείς να μελετάς εκεί ή να δουλεύεις περισσότερο; Γιατί; Να πεις του μικρού ότι είναι για το καλό του που βλέπει τον μπαμπά / τη μαμά 2 ώρες τη μέρα. Για θύμισε του ποιος τον ταΐζει. Ο κόσμος σου έξω καταρρέει και εσύ μπαίνεις στο διαδίκτυο τη 1 ωρίτσα που έχεις για διάλειμμα να «ενημερωθείς», αντί να είσαι στους δρόμους.
Η συνέχεια στις ζωές μας.